Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2016

Νίκη για τον Αλμωπό με 0-1 στην Κομοτηνή και 4η θέση!

Σημαντικό διπλό για τον Αλμωπό που πέρασε στην 4η θέση,6 βαθμούς πίσω απ' την πρώτη θέση.





Θέμα ialmopia: Φάκελος Κατασκευή Αποχετευτικού Δικτύου Αριδαίας – Ένα τεράστιο έργο, μια μεγάλη ταλαιπωρία

Το τελευταίο χρονικό διάστημα, το δίκτυο ύδρευσης της πόλης μας βρίσκεται ομολογουμένως σε πολύ άσχημη κατάσταση. Με αφορμή τη φωτογραφία αναγνώστη μας  στην οποία παρουσιάζονται πολύ γλαφυρά τα φερτά που «κουβαλάνε» οι αγωγοί ύδρευσης, το νερό των οποίων καταλήγει στις βρύσες μας, το ialmopia.gr ανοίγει τον φάκελο του Αποχετευτικού Δικτύου Αριδαίας και παρουσιάζει στους αναγνώστες στοιχεία που μέχρι και σήμερα δεν έχουν αναχθεί στη δημόσια σφαίρα.

Α' ΕΚΑΣΚΕΜ: Αποτελέσματα 4ης Αγωνιστικής και η Βαθμολογία

Συνεχίζουν με το απόλυτο νικών Πανεδεσσαικος,Φ.Ο.Αριδαίας και ΑΟΚ Βέροιας.

Η δολοφονία της 22χρονης δασκάλας που συγκλόνισε τα Γιαννιτσά

Ανήμερα των Χριστουγέννων του 1968 στα Γιαννιτσά...

 
Επτά η ώρα το πρωί ένας χωροφύλακας, πηγαίνοντας στην υπηρεσία του, είδε μέσα σε ένα βαμβακοχώραφο το ημίγυμνο πτώμα μια νεαρής γυναίκας.

Λίγη ώρα αργότερα, ο δρόμος γέμισε με χωροφύλακες οι οποίοι άρχισαν να ερευνούν σπιθαμή προς σπιθαμή τον τόπο του εγκλήματος. Οι περισσότεροι γνώριζαν την ταυτότητα του θύματος. Ήταν μια ντόπια κοπέλα, η 22χρονη δασκάλα Κυριακή Νικολαΐδη, το σπίτι της οποίας βρισκόταν λίγα μόλις μέτρα από το σημείο που βρήκε τραγικό θάνατο. Η νεαρή γυναίκα βρέθηκε σε ύπτια θέση, με τη φούστα και το παλτό της μαζεμένα στο στήθος, ενώ το εσώρουχό της ήταν πεταμένο σε απόσταση δυο μέτρων από το πτώμα. Λίγο πιο εκεί βρέθηκαν το κασκόλ, τα παπούτσια και η ανοιγμένη τσάντα της, από την οποία είχαν χυθεί στο χώμα μια ατζέντα, ένα μικρό πορτοφολάκι και διάφορα γράμματα. Στο δεξιό κρόταφο είχε μια μεγάλη μελανιά και στο λαιμό της περίπου δέκα αμυχές. Η εικόνα του άψυχου κορμιού της νεαρής δασκάλας, οδήγησε από την πρώτη στιγμή τις αρχές στο συμπέρασμα πως ήταν αντιμέτωποι με ένα σεξουαλικό έγκλημα. Η οικογένειά της, στο άκουσμα της είδηση του θανάτου της, συγκλονίστηκε καθώς πίστευαν πως η Κυριακή βρισκόταν σε ένα γειτονικό χωριό για τον γάμο μιας φίλης της. Άλλωστε, η 22χρονη δεν έμενε, πλέον, μόνιμα στο πατρικό της, καθώς υπηρετούσε ως δασκάλα στο χωριό Εσώβαλτα. Οι αρχές κινητοποιήθηκαν άμεσα και άρχισαν τις προσαγωγές υπόπτων. Περίπου 200 άνδρες πέρασαν από το αστυνομικό τμήμα σε μια προσπάθεια των αρχών να εντοπίσει τον δράστη της δολοφονίας. Δεν είχε συμπληρωθεί το πρώτο δωδεκάωρο από τότε που η δασκάλα άφησε την τελευταία της πνοή ανάμεσα στις βαμβακόριζες, δίπλα στο σπίτι της, όταν ο 43χρονος κτηνοτρόφος Κωνσταντίνος Ανδρονικίδης πέρασε μόνος του το κατώφλι του αστυνομικού τμήματος. Στα χέρια του κρατούσε ένα ανδρικό ρολόι με σπασμένο μπρασελέ, βουτηγμένο στη λάσπη και ισχυρίστηκε πως το βρήκε στις 9 το βράδυ την παραμονή των Χριστουγέννων, με τη βοήθεια ενός φακού, στον τόπο του εγκλήματος απ’ όπου πέρασε μετά το άρμεγμα των αγελάδων του. Ο στάβλος του απείχε λίγα μόλις μέτρα από χωράφι όπου δολοφονήθηκε η 22χρονη. Λίγες ώρες αργότερα, ο 43χρονος επανήλθε δίνοντας, αυτή τη φορά, στους αστυνομικούς μια παραμάνα την οποία ισχυρίστηκε πως βρήκε κοντά στο ρολόι.

Ο Ανδρονικίδης επιχείρησε να πείσει τους αστυνομικούς πως ήθελε να βοηθήσει στην εξιχνίαση του εγκλήματος, μιας και γνώριζε καλά την οικογένεια Νικολαΐδου, αφού καθημερινά τους προμήθευε με γάλα. Ωστόσο, ο ισχυρισμός του πως κατάφερε να εντοπίσει μέσα στο σκοτάδι το ρολόι και την παραμάνα, χωρίς να δει το πτώμα της κοπέλας να κείτεται μέσα στο χωράφι, προξένησε το ενδιαφέρον των αστυνομικών οι οποίοι τον έβαλαν στο κάδρο των υπόπτων. Ερευνώντας, διαπίστωσαν πως ο Ανδρονικίδης είχε απασχολήσει και στο παρελθόν την αστυνομία καθώς είχε εμπλακεί σε καβγάδες, ξυλοδαρμούς σε βάρος συγχωριανών του και σε επιθέσεις εναντίον γυναικών. Μάλιστα, όπως είπαν άνθρωποι που τον γνώριζαν, με το έτσι θέλω είχε διορίσει τον εαυτό του αγροφύλακα στη Λεπτοκαρυά, όπου έμεινε για τέσσερα χρόνια. Επιπλέον, υποστήριξαν, πως αν κάποιος αμφισβητούσε το αξίωμα του, την επομένη νοσηλευόταν στο νοσοκομείο με σοβαρά τραύματα από τις γροθιές του «νταή» της περιοχής.

Από την έρευνα επίσης προέκυψε, πως η παραμάνα που έδωσε ο Ανδρονικίδης στην αστυνομία, ανήκε στο θύμα αλλά το λασπωμένο ρολόι ήταν ένα στοιχείο που θα μπορούσε, ενδεχομένως, να οδηγήσει στο δολοφόνο. Έτσι οι αστυνομικοί, στο πλαίσιο της έρευνας, υπέδειξαν το ρολόι στη σύζυγο του Ανδρονικίδη η οποία αμέσως το αναγνώρισε ως δικό του. «Ναι αυτό είναι του Κώστα, το έχει πολύ καιρό αλλά δεν το φορούσε γιατί είναι χαλασμένο», είπε η γυναίκα στους αστυνομικούς και με την μαρτυρία της σήμανε την αντίστροφη μέτρηση για την σύλληψη του συζύγου και πατέρα των πέντε παιδιών της.

Ο… δολοφόνος με τη μεγάλη μύτη

Αρχικά, ο Ανδρονικίδης ισχυρίστηκε πως δεν είχε καμία σχέση με την δολοφονία της δασκάλας και διάνθισε την μαρτυρία του με ένα νέο αφήγημα δίνοντας περιγραφή ενός ανθρώπου που, όπως είπε, πίστευε πως ήταν ο δολοφόνος της δασκάλας.

«Τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων πήγαινα στον στάβλο μου για να δω τι κάνουν τα ζωντανά. Ενώ προχωρούσα πάνω στο δημόσιο δρόμο, που ενώνει τα Γιαννιτσά με την Έδεσσα, ξαφνικά πετάχτηκε μέσα από τις βαμβακιές κάποιος άγνωστος και με ρώτησε λαχανιασμένος που βρίσκονται οι οίκοι ανοχής. Πιστεύω ακράδαντα πως αυτός πρέπει να ήταν ο δολοφόνος. Που να το ήξερα όμως εκείνη τη στιγμή να γυρίσω και να κοιτάξω μέσα στο βαμβακοχώραφο, ίσως και να έσωζα την κοπέλα. Έχω κρατήσει όμως τα χαρακτηριστικά του. Είχε μια πολύ μεγάλη μύτη και μια ελιά δίπλα από το δεξιό ρουθούνι», είπε στους αστυνομικούς ο 43χρονος. Η συγκεκριμένη περιγραφή έφερε στο τμήμα όλους τους άνδρες της ευρύτερης περιοχής που είχαν μεγάλη μύτη, ανάμεσα τους και τα δίδυμα αδέλφια Γιάννη και Γιώργο Ιωαννίδη από τη Λεπτοκαρυά. Όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, στόχος του Ανδρονικίδη ήταν να παγιδεύει το Γιάννη Ιωαννίδη του οποίου και την περιγραφή έδωσε στην αστυνομία. Το λάθος του, όμως, ήταν πως αγνοούσε ότι ο Γιάννης Ιωαννίδης είχε δίδυμο αδελφό. Οι αστυνομικοί του παρουσίασαν την ταυτότητα του Γιώργου Ιωαννίδη τον οποίο και ο Ανδρονικίδης αναγνώρισε. Την επόμενη ημέρα τον έφεραν αντιμέτωπο με τον Γιάννη Ιωαννίδη τον οποίο υπέδειξε, επίσης, ως δολοφόνο. Τα αδέλφια, όμως, είχαν ακλόνητο άλλοθι. Περισσότεροι από 20 κάτοικοι των Γιαννιτσών παρουσιάστηκαν στη αστυνομία και περιέγραψαν που βρίσκονταν τα δυο αδέλφια το κρίσιμο 12ωρο, κατά το οποίο διαπράχθηκε η δολοφονία.

«Ήθελα μόνο να την απολαύσω»

Δεκατέσσερις ημέρες μετά τη δολοφονία της 22χρονης δασκάλας η αστυνομία ανακοίνωσε τη σύλληψη του δολοφόνου. Ο Κώστας Ανδρονικίδης ομολόγησε το έγκλημα του δηλώνοντας μετανιωμένος. «Ήθελα μόνο να την απολαύσω», είπε στους αστυνομικούς. Ο 43χρονος είχε δει τη νεαρή γυναίκα στο πατρικό της σπίτι, στο οποίο είχε επιστρέψει για να περάσει τις διακοπές των Χριστουγέννων. Όπως παραδέχτηκε στη συνέχεια, διάλεξε την παραμονή των Χριστουγέννων για να βάλει σε εφαρμογή το σχέδιο του γιατί γνώριζε πως η κυκλοφορία των οχημάτων θα ήταν περιορισμένη, αφού όλοι μαζεύονταν την ημέρα αυτή νωρίς στα σπίτια τους. Έτσι, έστησε καρτέρι στη δασκάλα κρυμμένος στο σκοτάδι, καθώς η πιο κοντινή λάμπα βρισκόταν 200 μέτρα μακριά από το σημείο του εγκλήματος. Στις 7.30 το απόγευμα η Κυριακή Νικολαΐδη περπατούσε με κατεύθυνση το σπίτι της. Έκανε κρύο και ήταν τυλιγμένη μέσα στο πλεκτό κασκόλ της. Φορούσε ένα γκρι παλτό με καρρώ και γάντια, ενώ στα χέρια της κρατούσε μια μικρή τσάντα. Όταν έφτασε στο χωματόδρομο που οδηγούσε στο σπίτι της, δέχτηκε την επίθεση του Ανδρονικίδη, ο οποίος πετάχτηκε ξαφνικά μπροστά της. Ο άνδρας την χτύπησε με δύναμη στο κεφάλι. Στη συνέχεια την έσυρε μέσα στο βαμβακοχώραφο και αφού προχώρησε περίπου δέκα μέτρα την ξάπλωσε στο χώμα και άρχισε να την γυμνώνει. Της έσφιξε τη μύτη και το στόμα για να μην φωνάξει και την έπιασε από το λαιμό. «Εγώ τη σκότωσα. Δεν ήθελα όμως να τη σκοτώσω. Ήθελα μόνο να την απολαύσω. Δεν ξέρω πώς έγινε και σφίχτηκαν τα χέρια μου», είπε ο Ανδρονικίδης στους αστυνομικούς και συνέχισε την αφήγηση του: «Τον επιθανάτιο ρόγχο της τον εξέλαβα ως “γουργούρισμα” ηδονής και δεν έδωσα σημασία. Ύστερα διαπίστωσα πως η κοπέλα δε ζούσε. Ασέλγησα πάνω της λίγες στιγμές πριν πεθάνει. Μετά με έπιασε πανικός. Την άφησα, όπως ήταν μισόγυμνη, ανάμεσα στις βρεγμένες βαμβαβακόριζες και άρχισα να τρέχω με όση δύναμη διέθεταν τα πνευμόνια μου. Ήθελα να φύγω μακριά από τον τόπο που έγινα δολοφόνος. Ήθελα να μην βλέπω τα πελώρια γυάλινα μάτια της, που με κοιτούσαν την ώρα που η ανάσα μου της έκαιγε το λαιμό. Δεν ήθελα να γίνω φονιάς γιατί την κοπέλα την ποθούσα από καιρό. Τώρα σας τα είπα όλα γιατί βαρέθηκα να αρνούμαι για κάτι που έχω κάνει. Έκανα σφάλμα και μετανοώ. Τι βγαίνει όμως με αυτό. Ξέρω πολύ καλά τι με περιμένει. Ας με συγχωρήσουν οι γονείς της και τα αδέλφια της για το κακό που τους έκανα. Ας με συγχωρήσουν τα παιδιά μου και η γυναίκα μου για τη φουρτούνα που τους έφερα στο κεφάλι. Τώρα πια τα ξέρετε όλα. Από εδώ και πέρα είναι δουλειά δική σας». Όπως ισχυρίστηκε ακόμη ο Ανδρονικίδης, όταν κατάλαβε πως η 22χρονη ήταν νεκρή με βήμα γοργό κατευθύνθηκε στον στάβλο του, που βρισκόταν λίγα μέτρα μακριά και κρύφτηκε εκεί. Προηγουμένως είχε πάρει από το πορτοφόλι της 800 δραχμές. Σκέφτηκε πως με αυτό τον τρόπο η αστυνομία θα στρέψει τις έρευνές της προς την κατεύθυνση της ληστείας. Ο 43χρονος, την επομένη της δολοφονίας, έδωσε τα χρήματα στον αδερφό του για να τον πληρώσει για το στάβλο που του είχε χτίσει.

Η δίκη και η καταδίκη

Μπορεί ο Ανδρονικίδης να ομολόγησε την αποτρόπαια δολοφονία τον Ιανουάριο του 1969, αλλά όταν ήρθε η ώρα να δικαστεί, τα πήρε όλα πίσω. Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε πως ήταν αθώος και ότι υποχρεώθηκε να ομολογήσει, μετά από βάναυσα βασανιστήρια που υπέστη κατά τη διάρκεια της κράτησης του στην αστυνομία. Όπως κατήγγειλε ο Ανδρονικίδης, τον οδήγησαν σε ένα σκοτεινό δωμάτιο και τον άφησαν να στέκεται όρθιος για 36 ώρες. Τον τάιζαν αλμυρά και όταν ζητούσε νερό δεν του έδιναν. Του έκαναν φάλαγγα και τον χτυπούσαν μέχρι που δέχθηκε να υπογράψει την ομολογία, την οποία του έφεραν γραμμένη. «Η αστυνομία ξυλοκόπησε και τους 300 ύποπτους που συνέλαβε. Κανείς δεν ομολόγησε, εκτός από τον Ανδρονικίδη», απάντησε ο εισαγγελέας αποδεχόμενος ουσιαστικά, στην προσπάθεια του να αντικρούσει τους ισχυρισμούς του κατηγορούμενου, ότι η αστυνομία βασάνιζε υπόπτους. Γεγονός το οποίο δεν προκάλεσε καμία αντίδραση.

Ο εισαγγελικός λειτουργός αναφέρθηκε και στις προσπάθειες του Ανδρονικίδη να «βοηθήσει» δήθεν την αστυνομία να βρει το δολοφόνο, λέγοντας πως απώτερος στόχος του ήταν να θεωρηθεί υπεράνω υποψίας. Από την πλευρά της, η υπεράσπιση επιχείρησε να παρουσιάσει το θύμα ως μία ανήθικη κοπέλα, που προκαλούσε την προσοχή των αντρών. Επικαλέστηκε, μάλιστα, το γεγονός ότι τρεις ημέρες μετά τη δολοφονία της, ένας συνάδελφος της, ο οποίος δήλωνε ερωτευμένος μαζί της, αυτοκτόνησε πηδώντας από τον Λευκό Πύργο και προσπάθησε να συνδέσει τον αυτόχειρα με το φόνο. Όπως αποκαλύφθηκε στο παρελθόν, η κοπέλα είχε πει «όχι» στην πρόταση γάμου ενός ακροβάτη και του είχε κάνει μήνυση κατηγορώντας τον ότι προσπάθησε να τη βιάσει. Οι συγγενείς και οι φίλοι της Κυριακής, στις καταθέσεις τους έκαναν λόγο για μια σοβαρή κοπέλα η οποία αγαπούσε τη δουλειά της και τα παιδιά.

Το δικαστήριο, τελικά, καταδίκασε τον Ανδρονικίδη σε ισόβια κάθειρξη. «Θα τον βρω μόνος μου τον δολοφόνο. Θα βάλω και ντετέκτιβ αν χρειαστεί. Είμαι αθώος», φώναξε στους δικαστές την ώρα που άκουσε την ετυμηγορία τους και λίγο πριν πάρει το δρόμο για τη φυλακή.
 
 
 
πηγη: newsbeast

Μικρά μικρά από το Δημοτικό συμβούλιο Αλμωπίας

 Ξεκίνησε η συνεδρίαση του Δ.Σ. Αλμωπίας αφού διαπιστώθηκε ότι υπάρχει απαρτία με έξι απόντες και 21 παρόντες. Ο πρόεδρος έδωσε το λόγο στο Δήμαρχο κ. Δημήτριο Μπίνο από τον οποίο έγινε η ενημέρωση του σώματος για θέματα που αφορούν τον ίδιο και το Δήμο.

30 Οκτωβρίου: Στο φως η άγνωστη επέτειος της Θεσσαλονίκης

Η καθιέρωση μιας ημερομηνίας που είχε ξεχαστεί, το πρόγραμμα των εορτασμών και οι διηγήσεις που διαμορφώνουν την ιστορία. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τους Ναζί μέσα από τα μάτια των πρωταγωνιστών



Το τελευταίο δεκαήμερο του Οκτώβρη 1944 και ενώ η Αθήνα έχει ήδη ελευθερωθεί από στις 12 Οκτωβρίου όλες οι κινήσεις των Γερμανών έδειχναν ότι οι κατοχικές Δυνάμεις ετοιμάζονταν να αποχωρήσουν από τη Θεσσαλονίκη και από την Ελλάδα. Ο Λεωνίδας Γιασημακόπουλος, όμηρος του ναζιστικού στρατοπέδου Παύλου Μελά από το 1941 έως τις 20 Οκτωβρίου 1944, περιγράφει πως στις 28 του μηνός οργανώθηκε μια μεγαλειώδης συγκέντρωση μπροστά στο σχολείο του Αγ. Θεράποντος για να γιορτασθεί η επέτειος της κήρυξης του ελληνοϊταλικού πολέμου. «Ο όγκος του πλήθους, ο γενικός ενθουσιασμός που επικρατούσε στη συγκέντρωση, η οποία γινόταν ενώ ακόμη οι Γερμανοί ήταν μέσα στη Θεσσαλονίκη, με ηλέκτρισε».

Το βράδυ της 29ης προς την 30η, ημέρα Δευτέρα, τα γερμανικά μηχανοκίνητα όλη τη νύχτα εγκατέλειπαν την πόλη «σε δυο στοίχους με οχήματα που προς το τέλος της ουράς γίνονταν κάρα και καροτσάκια, υποζύγια και γαϊδουράκια. Οι Γερμανοί έφευγαν από όλα τα στρατόπεδα τους, οδεύοντας μέσα από την πόλη προς το σιδηροδρομικό σταθμό και γενικά δυτικούς προορισμούς, με στόχο τα παλαιά σύνορα». Λίγο πριν την αποχώρηση τους ανατίναξαν το μεγάλο λιμενοβραχίονα του λιμανιού και κατέστρεψαν τα μηχανήματα και τις εγκαταστάσεις του σιδηροδρομικού σταθμού. Δεν πρόλαβαν να κάνουν το ίδιο και με τα δύο εργοστάσια ηλεκτρισμού, τους αλευρόμυλους Αλατίνη και τις τηλεπικοινωνιακές εγκαταστάσεις στην οδό Εδμόνδου Ροστάν, αν και είχαν υπονομευθεί για να ανατιναχθούν.



Ο Μανώλης Γκουνάγιας, που γεννήθηκε το 1935 στη Θεσσαλονίκη, διηγείται στο NEWS247 πως οι κάτοικοι της οδού 25ης Μαρτίου εκείνες τις μέρες είχαν κλειστεί στα σπίτια τους. «Δεν ήμασταν σίγουροι αν έχουν φύγει από τη γειτονιά μας. Το συζητούσαμε, αλλά βουβά. Κάποια στιγμή ακούσαμε φωνές και πυροβολισμούς. Βγήκαμε έξω και ακούσαμε ξεκάθαρα τις φωνές "φεύγουν... έφυγαν!". Ο κόσμος ακόμα ήταν παγωμένος, δεν το πίστευαν. Την άλλοι μέρα, ξεθαρρεμένοι οι γείτονες συναντιόταν κι εύχονταν Χριστός Ανέστη. Έτσι λοιπόν βγήκαμε και εμείς οι μικροί και χαζεύαμε τους μεγάλους που χαίρονταν σαν παιδιά για την υποχώρηση των Γερμανών». Θυμάται ξεκάθαρα τον κόσμο που είχε μαζευτεί στη Μαρτίου, τις ζητωκραυγές και τα θριαμβικά αντάρτικα τραγούδια. «Ο κόσμος στριμώχτηκε στα πεζοδρόμια. Κατέβαιναν από τον Χορτιάτη οι αντάρτες σαν απελευθερωτές. Περίμενα πως θα έβλεπα καβαλάρηδες αρματωμένους με χιαστί τα φυσεκιλίκια, καμαρωτούς πάνω σε ζωηρά άλογα. Αντιθέτως, είδα ανθρώπους κουρασμένους, αδύνατους, αξύριστους, πάνω σε αδύνατα ταλαιπωρημένα άλογα. Ανάμεσα τους ήταν και η γειτόνισσα μου Αλίκη Βέτα, δικηγόρος και μία από τις λίγες γυναίκες αντάρτισες. Καβαλούσε το άλογό της και ήταν σαν αμαζόνα –αυτό το προσωνύμιο της είχε μείνει. Εκτελέστηκε τον Μάιο του 1948 στο Γεντί Κουλέ, μαζί με άλλους 10 κομμουνιστές».




Την ίδια ημέρα, λίγο μετά το μεσημέρι, ο Μάρκος Βαφειάδης έστειλε στο Γενικό Στρατηγείο του Ε.Λ.Α.Σ. ένα τηλεγράφημα που άρχιζε ως εξής: «Τμήματά μας εισήλθον Θεσσαλονίκην σήμερον 3ην μετά μεσημβρίαν. Λαός Θεσσαλονίκης έξαλλος από ενθουσιασμόν διατρέχει οδούς πόλεως εναγκαλιζόμενος αντάρτες». Όπως σημειώνουν οι Βασίλης Γούναρης και Πέτρος Παπαπολυβίου στο βιβλίο τους : Ο φόρος του αίματος στην κατοχική Θεσσαλονίκη, το ίδιο βράδυ πλήθος κόσμου εισέβαλε σε αποθήκες του λιμανιού και σε μεγαλοκαταστήματα του εμπορικού κέντρου και για μερικές ώρες «λαϊκές επιτροπές» μοίρασαν τα ελάχιστα τρόφιμα, ρουχισμό, υφάσματα δίνοντας και, «στιγμιαία έστω, κάποια ικανοποίηση για όσα υπέφερε ο ελληνικός λαός στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής» .

Ο Μανώλης Γκουνάγιας συζητώντας για την επόμενη μέρα αναφέρει πως πέρα από τις πρακτικές αλλαγές άλλαξε και η ψυχολογία του κόσμου. Διευκρινίζει όμως πως «για μένα που ήμουν μικρός δεν άλλαξαν και πολλά. Θυμάμαι χαρακτηριστικά πως κατά τη διάρκεια της κατοχής απέναντι από το σπίτι μας ήταν η Αστυνομία. Εμείς τότε στο σπίτι είχαμε ένα τάβλι και μου φωνάζανε να τους το πάω να παίξουν. Όταν έφυγαν οι Γερμανοί έφυγε και η Αστυνομία από ‘κει και ήρθε η Πολιτοφυλακή και με τη σειρά τους ήταν αυτοί που μου φώναζαν να τους πάω το τάβλι του πατέρα μου».



Οι εορτασμοί στη Θεσσαλονίκη

Με καταθέσεις στεφάνων, πορεία μνήμης και με έκθεση φωτογραφικών ντοκουμέντων θα γιορτάσει η Θεσσαλονίκη την επέτειο απελευθέρωσης της από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής την Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2016, καθώς σύμφωνα με Προεδρικό Διάταγμα που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως: «Καθιερώνουμε την 30ή Οκτωβρίου, επέτειο της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής, ως δημόσια εορτή τοπικής σημασίας για τον Δήμο Θεσσαλονίκης Νομού Θεσσαλονίκης». Πιο συγκεκριμένα, η πορεία μνήμης θα ξεκινήσει στις 11 το πρωί με αφετηρία το Δημαρχείο και θα κατευθυνθεί προς το άγαλμα του Βότση. Μεταξύ άλλων θα γίνει αναφορά στη διαδήλωση από τους φοιτητές της ΕΠΟΝ την 25η Μαρτίου 1943 και θα ολοκληρωθεί με περίπατο στο πλακόστρωτο της Λεωφόρου Νίκης. Στις 7 το βράδυ της ίδιας ημέρας, στην αίθουσα συνεδριάσεων του δημοτικού συμβουλίου, έχει προγραμματιστεί πανηγυρική εκδήλωση και προβολή ντοκιμαντέρ που επιμελήθηκε η δημοτική τηλεόραση TV-100, ενώ από τις 28 του Οκτώβρη και για 15 ημέρες στο φουαγιέ του Δημαρχείου έχει στηθεί έκθεση με αρχειακό και φωτογραφικό υλικό. Παράλληλα, ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης ανακοίνωσε την απόφαση του Δήμου να δώσει την ονομασία «Λεωφόρος 30ης Οκτωβρίου 1944» στην ανώνυμη οδό που περνάει μπροστά από το Βασιλικό Θέατρο, ως νοητή συνέχεια της Λεωφόρου Νίκης. Όπως δήλωσε στη συνέντευξη Τύπου που παραχωρήθηκε στις 19 Οκτωβρίου, «Επειδή το τέλος της γερμανικής Κατοχής ακολουθήθηκε από τον Εμφύλιο, η συγκεκριμένη επέτειος αποτέλεσε μέρος όσων μας χωρίζουν, αντί να είναι από εκείνα που μας ενώνουν. Όμως η απελευθέρωση της πόλης μας είναι κάτι που μας ενώνει. Και ακριβώς αυτό, η ενότητα, είναι βασικός άξονας γύρω από τον οποίο στρέφονται οι φετινοί πρώτοι επίσημοι εορτασμοί. Θυμόμαστε και τιμούμε το ιστορικό γεγονός της απολύτρωσης της πόλης από τον γερμανικό στρατό κατοχής».




Η καθιέρωση της επετείου απελευθέρωσης έχει διπλή σημασία, καθώς πέρα από τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης φανερώνει και μία μετατόπιση: Στην χώρα μας, σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, συνηθίζουμε να γιορτάζουμε την έναρξη των πολέμων και όχι τη λήξη τους. Αντιθέτως, η 30η Οκτωβρίου συμβολίζει το τέλος μιας κατοχικής περιόδου, με τη δυστυχία και την εξαθλίωση που αυτή συνεπάγεται. Ανεξαρτήτως του τι ακολούθησε, εκείνη η προτελευταία μέρα του Οκτωβρίου αποτελεί ένα ορόσημο εορταστικής χαράς για τη Θεσσαλονίκη, και με το ίδιο πνεύμα οφείλουμε να το εντάξουμε στην ιστορία της.




*Οι φωτογραφίες προέρχονται από τη συλλογή των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας.

Πηγές:

Γκουνάγιας Μ., Στη λεωφόρο των Πύργων: Ξεράθηκε η μπλε βυσσινιά, Δέσποινα Κυριακίδη: 2015

Γούναρης Β. & Παπαπολυβίου Π., Ο φόρος του αίματος στην κατοχική Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής: 2001

Θεοδωρίδης Π., Η γιορτή της ελευθερίας, Μουσείο Φωτογραφίας «Χρήστος Καλεμκερής» Δήμου Καλαμαριάς: 2014

Καφταντζής Γ., Το ναζιστικό στρατόπεδο Παύλου Μελά Θεσσαλονίκης 1941-1944, Τόμος Β’, Παρατηρητής: 2001


Από την Μαρίνα Καρπόζηλου | news247

Α' ΕΚΑΣΚΕΜ: ΓΑΣ Έδεσσας - ΑΟΚ Βέροιας 60-78

Χάρη στην εξαιρετική του άμυνα, ο ΑΟΚ Βέροιας πέρασε και από το ΔΑΚ Έδεσσας και έκανε το 4×4 στο ξεκίνημα του πρωταθλήματος της Α ΕΚΑΣΚΕΜ

Αφιέρωμα: Το Πείραμα της Φιλαδέλφειας

Στις 28 Οκτωβρίου 1943, εν μέσω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ, εφαρμόζοντας τις θεωρητικές αρχές του Αϊνστάιν, εξαφάνισε ένα ολόκληρο πλοίο με το πλήρωμά του στη Φιλαδέλφεια και το επανέφερε στη θέση του μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας. Πρόκειται για το περίφημο «Πείραμα της Φιλαδέλφειας», που μάλλον δεν έγινε ποτέ και το όλο αφήγημα αποτελεί αστικό μύθο.

Το υποτιθέμενο πείραμα, που είχε ως στόχο να κάνει αόρατα τα πολεμικά μέσα από τον εχθρό, αποκαλύφθηκε για πρώτη φορά από τον αστρονόμο και ουφολόγο Μόρις Τζέσαπ. Στις 13 Ιανουαρίου 1955 έλαβε ένα γράμμα από κάποιον Κάρλος Αλέντε, ο οποίος του απεκάλυπτε ότι ήταν αυτόπτης μάρτυς του περιστατικού της εξαφάνισης του πλοίου. Ο Τζέσαπ συνέχισε να αλληλογραφεί με τον πληροφοριοδότη του, ο οποίος στην πορεία άλλαξε το όνομά του σε Καρλ Άλεν. Σύμφωνα με το βιβλίο των Τζέιμς Μόσλεϊ και Καρκ Φλοκ, που κυκλοφόρησε το 2002, ο Τζέσαπ συνέχισε τις έρευνές του για το περιστατικό, αλλά το 1959 πέθανε, ύστερα από σοβαρό τραυματισμό του σε τροχαίο.


Αρκετοί συγγραφείς και ερευνητές ασχολήθηκαν με την υπόθεση, αλλά το πιο γνωστό και επιδραστικό έργο είναι το βιβλίο «Το Πείραμα της Φιλαδελφείας» των αμερικανών συγγραφέων Τσαρλς Μπέρλιτζ και Γουίλιαμ Μουρ, που κυκλοφόρησε το 1979 (στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Ωρόρα»). Σύμφωνα με τους δύο συγγραφείς, η ιστορία ξεκινάει τη δεκαετία του ‘20, όταν ο Άλμπερτ Αϊνστάιν ολοκληρώνει τη «θεωρία του ενοποιημένου πεδίου», σύμφωνα με την οποία η βαρύτητα συνδέεται με τον ηλεκτρισμό και τον μαγνητισμό. Ο Αϊνστάιν, θέλοντας να επαληθεύσει τη θεωρία του, συνεργάστηκε με το αμερικανικό πολεμικό στο αποκληθέν «Πείραμα της Φιλαδέλφειας».


Γύρω στις 28 Οκτωβρίου του 1943, το αντιτορπιλλικό «US Eldridge» με το πλήρωμά του εξαφανίστηκε με τη χρήση ηλεκτρομαγνητικών πεδίων από τη ναυτική βάση της Φιλαδέλφειας και εμφανίστηκε στη ναυτική βάση του Νόρφολκ της Βιρτζίνια, 350 χιλιόμετρα μακριά από τη βάση του. Αμέσως μετά επανήλθε με τον ίδιο αόρατο τρόπο στη Φιλαδέλφεια. Και όλα αυτά, μέσα σε λίγα μόνο λεπτά της ώρας, όταν ο κανονικός πλους από τη Φιλαδέλφεια στη Βιρτζίνια και τούμπαλιν θα απαιτούσε τουλάχιστον 24 ώρες.


Το ηλεκτρομαγνητικό πεδίο επεκτάθηκε σε μία απόσταση εκατό μέτρων από κάθε άκρη του πλοίου. Είχε περίπου το σχήμα σφαίρας γύρω από το αντιτορπιλλικό. Ο καθένας από τους ναύτες και τους αξιωματικούς που ήταν πάνω στο πλοίο έπαψε να βλέπει τον εαυτό του και τους συντρόφους του, ενώ όποιος βρισκόταν έξω από τη σφαίρα του μαγνητικού πεδίου δεν μπορούσε να δει τίποτα άλλο από το γενικό σχήμα του πλοίου σαν σε πυκνή ομίχλη.


Μετά την ολοκλήρωση του πειράματος, ο Αϊνστάιν συνειδητοποίησε ότι η ανθρωπότητα δεν ήταν έτοιμη να αποδεχθεί μια τέτοια γνώση, που θα του άλλαζε την ιδέα που είχε για το χώρο, και κατέστρεψε τις σημειώσεις του. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, το πολεμικό ναυτικό των ΗΠΑ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το εγχείρημα, επειδή κάποιοι από το πλήρωμα του πλοίου κάηκαν, άλλοι εξαφανίστηκαν και άλλοι τρελάθηκαν.

Το ενδιαφέρον της υπόθεσης είναι ότι το πλοίο που συμμετείχε στο υποτιθέμενο πείραμα, το US Eldridge, δόθηκε στο ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, στο πλαίσιο της αμερικανικής βοήθειας, και μετονομάστηκε σε «Λέων». Ανέλαβε υπηρεσία το 1951 και παροπλίσθηκε το 1992. Το «Λέων» συνόδευαν πάντα περίεργες ιστορίες και φήμες. Θρυλείται ότι κατά τη διάρκεια ασκήσεων στο Ιόνιο τη δεκαετία του ‘50 εξαφανίστηκε για δύο ημέρες ή ότι κάποιοι χώροι του πλοίου είχαν σφραγιστεί χωρίς προφανή λόγο. Λέγεται, επίσης, ότι πολλοί ναύτες που υπηρέτησαν στο πλοίο παρουσίασαν ανεξήγητα ψυχολογικά και νευρολογικά προβλήματα.


πηγη: sansimeragr

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *